top of page
Αναζήτηση
  • Εικόνα συγγραφέαΚων/νος Σπέγγος

Ύπνος και Πολλαπλή Σκλήρυνση


Αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι η κόπωση αποτελεί ίσως το συνηθέστερο σύμπτωμα της Πολλαπλής Σκλήρυνσης και έναν από βασικότερους παράγοντες που περιορίζουν την ποιότητα της καθημερινότητας των πασχόντων. Είτε ως μόνιμη και σταθερή, είτε ως περιστασιακή και κυμαινόμενη περιγράφεται κόπωση από το 70-90% των ασθενών με διαγνωσμένη ΠΣ. Πολλά έχουν ειπωθεί και αρκετές είναι οι υποθέσεις που έχουν γίνει σχετικά με την αιτιολογία της χρόνιας κόπωσης στην ΠΣ.

Στο απλοϊκό ερώτημα που τίθεται στον καθένα μας «πότε νιώθεις κούραση;» η πιο συχνή και ταυτόχρονα λογική απάντηση είναι «όταν δεν έχω κοιμηθεί αρκετά ή καλά». Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς τι γίνεται με τον ύπνο σε πάσχοντες από ΠΣ.

Ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία διαπιστώνουμε ότι το ποσοστό των ασθενών με ΠΣ που αναφέρουν διαφόρων τύπων διαταραχές του ύπνου είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο που χαρακτηρίζει το γενικό πληθυσμό φτάνοντας μέχρι και το 70%. Πιο συγκεκριμένα, συμπτωματολογία ενδεικτική συνδρόμου ανήσυχων ποδών (restless legs syndrome) καταγράφηκε στο 20% των ασθενών με ΠΣ, ενώ στο γενικό πληθυσμό δεν φαίνεται να ξεπερνά το 5%. Η στοχευμένη λήψη του ιστορικού και η σωστή αξιολόγηση των συμπτωμάτων καθίσταται υπερπολύτιμη, γιατί με τη χρήση των κατάλληλων διαγνωστικών κλιμάκων μπορεί με βεβαιότητα να τεθεί η διάγνωση του συγκεκριμένου κλινικού συνδρόμου και έτσι να χορηγηθεί η άκρως αποτελεσματική θεραπεία με ντοπαμινεργικούς αγωνιστές επιφέροντας θεαματική ανακούφιση.

Αξιοσημείωτα είναι και τα ευρήματα σχετικά με το σύνδρομο υπνικής άπνοιας, το οποίο αναμφισβήτητα σχετίζεται με έντονη ημερήσια υπνηλία και κόπωση, ενώ έχει επίσης συνδεθεί με κατάθλιψη και διαταραχές μνήμης και συγκέντρωσης. Σύμφωνα με μια μελέτη ενώ σχεδόν το 40% των ερωτηθέντων ασθενών με ΠΣ πληρούσαν βάσει ιστορικού και συμπτωμάτων τα κριτήρια για τη διάγνωση υπνικής άπνοιας, στην πράξη λιγότερο από το 5% είχαν εξεταστεί σχετικά με αποτέλεσμα να θεμελιωθεί η διάγνωση και να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα τους δεόντως.

Εντυπωσιακές είναι και οι διαφορές σε ό,τι αφορά την αυπνία. Γενικά θεωρείται επαρκής ύπνος συνολικής διάρκειας 7 έως 8 ωρών ημερησίως, ενώ ως φυσιολογική θεωρείται μια καθυστέρηση την επέλευση του που δεν ξεπερνά τα 30 λεπτά. Σημαντικές κλινικές μελέτες κατέγραψαν ποσοστά της τάξης του 40-60% αναφορικά με χρονικά ανεπαρκή ύπνο και άνω του 50% για δυσκολία των ασθενών ΠΣ να αποκοιμηθούν εντός μισής ώρας.

Αναλογιζόμενοι την κλινική μας πρακτική οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι δίνουμε ελάχιστη έως καθόλου σημασία στην ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου των ασθενών μας με ΠΣ. Δίνουμε – σωστά - σημασία στην απεικονιστική παρακολούθηση με επαναλαμβανόμενες μαγνητικές τομογραφίες, στον εργαστηριακό έλεγχο ασθενών υπό νοσοτροποποιητική θεραπεία, μετράμε την εγκεφαλική ατροφία και άλλες παραμέτρους και όμως ξεχνάμε να ρωτήσουμε «πώς κοιμάσαι?». Αγνοούμε λοιπόν ένα προφανώς μείζον πρόβλημα που έμμεσα ή άμεσα σχετίζεται με το συνηθέστερο και εξαιρετικά ενοχλητικό καθημερινό σύμπτωμα της κόπωσης. Καθίσταται προφανές ότι συνολικά οι διαταραχές του ύπνου θα πρέπει να μπουν και αυτές στη διαγνωστική ρουτίνα του νευρολόγου που παρακολουθεί ασθενείς με ΠΣ. Μπορούμε να υποψιαστούμε πρόβλημα αυπνίας, σύνδρομο ανήσυχων ποδών και υπνικής άπνοιας κάνοντας της κατάλληλες ερωτήσεις και χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες κλίμακες αξιολόγησης. Προχωρώντας στην περαιτέρω διαγνωστική διερεύνηση μπορούμε να επιβεβαιώσουμε τις διαγνώσεις αυτές και να προσφέρουμε στους ασθενείς μας την ενδεδειγμένη θεραπεία αποκαθιστώντας την ποιότητα και διάρκεια του ύπνου και με τον τρόπο αυτό ελαττώνοντας την κόπωση να βελτιώσουμε σημαντικά της ποιότητα της καθημερινής τους ζωής. Φαίνεται αρκετά απλό και εξαιρετικά αποτελεσματικό, αρκεί να μην ξεχνάμε όλοι μας να συζητάμε και να ρωτάμε «Κοιμάσαι καλά; Κοιμάσαι αρκετά;».

bottom of page